Θεοφάνεια
ἢ Ἐπιφάνεια εἶναι μιὰ ἀρχαιοτάτη καὶ
ἡ πρώτη ἀμιγῶς χριστιανικὴ ἑορτή,
ἀφοῦ τὸ Πάσχα ἐν μέρει ἔχει καὶ
ἰουδαϊκὴ καταγωγή. Σημαίνει τὴν
ἐμφάνιση στὸν κόσμο τοῦ Σωτῆρος
Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ ἀρχικὰ ἦταν
συνδεδεμένη μὲ τὰ Χριστούγεννα. Ἀπὸ
τὸν 4ο αἰ. χωρίζονται οἱ ἑορτασμοί,
καὶ τὰ Θεοφάνεια πλέον θεωροῦνται ὡς
ἡ ἐπέτειος τοῦ βαπτίσματος τοῦ Ἰησοῦ
στὸν ποταμὸ Ἰορδάνη καὶ τῆς δημοσίας
ἐμφανίσεώς Του.
Στὴν εἰκόνα τῆς Βαπτίσεως, δεσπόζει ἡ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ. Τοποθετημένος στὸ κέντρο τῆς συνθέσεως, βρίσκεται μέσα στὸν ποταμό, μὲ στάση κατὰ μέτωπον πρὸς τὸν θεατή, ἤ, πολὺ σπάνια, στρεφόμενος πρὸς τὸν Πρόδρομο. Σὲ παλαιότερες ἀποδόσεις γυμνός, σὲ μεταγενέστερες ζωσμένος περὶ τὴν ὀσφὺν μὲ λευκὸ ὕφασμα. Ἐπίσης στὶς παλαιότερες παραστάσεις ἀποδίδεται πολὺ ἔντονα ἡ κατάδυσή Του στὸ νερό, ὥστε φαίνεται βυθισμένος, άκόμα καὶ ὡς τὸν λαιμό.
Στὸ
ἄνω μέρος, ἀκριβῶς στὸ κέντρο, μὲ δόξα
σὲ σχῆμα τόξου κύκλου ἢ ἀκτινωτή, ἢ
μὲ χέρι ποὺ εὐλογεῖ, ἢ μὲ συνδυασμό
τους, ὑποδηλώνεται ὁ Θεὸς Πατήρ, ποὺ
προσεφώνησε τὸν Ἰησοῦ “ἀγαπητὸν
Ὑιόν” Του. Ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινᾷ δέσμη
ἀκτίνων, συνήθως ἀνοικτοῦ κυανοῦ
χρώματος, ποὺ καταλήγει στὴν κεφαλὴ
τοῦ Χριστοῦ, πάνω ἀπὸ τὴν ὁποία
φαίνεται ἡ Περιστερά, ὁ Παράκλητος ποὺ
μὲ τὴν ἐμφάνισή Του δείχνει γιὰ ποιόν
ἀκούστηκε ἡ φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό.
Ὁ
Ἅγιος Ἰωάννης, συνήθως στὴν ἀριστερὰ
ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου, τείνει τὸ δεξὶ
χέρι του πρὸς τὴν κορυφὴ τῆς κεφαλῆς
τοῦ Ἰησοῦ. Εἶναι ὁλότελα ἀποῤὁφημένος
ἀπὸ τὸ γεγονός, γι’ αὐτὸ συχνὰ
ἐμφανίζεται ἐν κατατομῇ, προσβλέποντας
τὸν Χριστὸ ἢ τὴν Περιστερὰ ποὺ
κατεβαίνει. Ἡ ἐνδυμασία του, ἀρχικά,
εἶναι ἀρχαιοελληνική, ἀνοικτόχρωμος
χιτῶνας ἐσωτερικὰ μὲ “σημεῖον” καὶ
ἐξωτερικὰ ἱμάτιο κυανοπράσινο. Σὲ
μεταγενέστερες εἰκόνες φορᾷ ἔνδυμα
ἀπὸ τρίχες ἢ προβιὰ καμήλας.
Στὴν
ἀπέναντι τοῦ Ἰωάννου ὄχθη, Ἄγγελοι
παραστέκουν, σκυμμένοι ἐλαφρά, μὲ
σκεπασμένα τὰ χέρια τους ἄλλοτε μὲ
τμῆμα τοῦ ἐνδύματός τους, ἄλλοτε μὲ
ξεχωριστὸ ὕφασμα.
Μέσα
στὸ νερὸ κάποτε εἰκονίζονται ἰχθύες
καὶ κάποιες ἄλλες μορφές, χωρὶς ν’
ἀποκλείεται νὰ λείπουν τελείως. Ὅταν
ὑπάρχουν, μιὰ γυναικεία καὶ μιὰ
ἀνδρική, συμβολίζουν, κατὰ τὰ ἑλληνιστικὰ
ζωγραφικὰ πρότυπα, τὴν θάλασσα καὶ
τὸν Ἰορδάνη, ποὺ σύμφωνα καὶ μὲ ἕναν
ὕμνο τῆς ἑορτῆς, ἡ μὲν θάλασσα
“ἔφυγεν”, ὁ δὲ Ἰορδάνης “ἐστράφη
εἰς τὰ ὀπίσω”, ἀπὸ τὴν κατάπληξή
τους για τὸ θαῦμα ποὺ συνέβη.
Τὸ
τοπίο εἶναι βραχῶδες καὶ ξηρό, δηλώνοντας
τὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Κάποτε, στὴ
ῥίζα ἑνὸς μικροῦ δένδρου φαίνεται
μιὰ ἀξίνα, ποὺ ὁ Βαπτιστῆς ἔχει
ἀναφέρει σὲ λόγο του, ὥς σύμβολο τῆς
ἐπικειμένης πνευματικῆς ἐκκαθάρισης.
Σπάνια,
πιὸ πέρα απὸ τὸν Πρόδρομο παρίστανται
καὶ δύο ἄνδρες, πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο
Ἀνδρέα καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν
Θεολόγο, οἱ ὁποῖοι, πρὸ τοῦ γίνουν
Ἀπόστολοι ἦταν μαθητὲς τὸυ Ἁγίου
Ἰωάννου τοὺ Βαπτιστοῦ.
Ἡ εἰκόνα ἀποτυπώνει, μαζὶ μὲ τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ συντελέστηκε τότε.
Στὴν εἰκόνα τῆς Βαπτίσεως, δεσπόζει ἡ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ. Τοποθετημένος στὸ κέντρο τῆς συνθέσεως, βρίσκεται μέσα στὸν ποταμό, μὲ στάση κατὰ μέτωπον πρὸς τὸν θεατή, ἤ, πολὺ σπάνια, στρεφόμενος πρὸς τὸν Πρόδρομο. Σὲ παλαιότερες ἀποδόσεις γυμνός, σὲ μεταγενέστερες ζωσμένος περὶ τὴν ὀσφὺν μὲ λευκὸ ὕφασμα. Ἐπίσης στὶς παλαιότερες παραστάσεις ἀποδίδεται πολὺ ἔντονα ἡ κατάδυσή Του στὸ νερό, ὥστε φαίνεται βυθισμένος, άκόμα καὶ ὡς τὸν λαιμό.
Ἡ εἰκόνα ἀποτυπώνει, μαζὶ μὲ τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ συντελέστηκε τότε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου