Δευτέρα 26 Σεπτεμβρίου 2016


     Εἰκόνες τῆς Παναγίας μὲ τὸ Θεῖο Βρέφος καὶ πῶς ἱστορεῖται κάθε μιά (Α΄)


Ἐπειδὴ κάποιες εἰκόνες Της ἐμφανίζονται μὲ μικρὲς διαφοροποιήσεις στὸ σχέδιο καὶ ξεχωρίζουν ἀπὸ ἄλλες, τὶς ἀναφέρομε καὶ συνοπτικὰ τὶς περιγράφομε.
Ἀμόλυντος ἢ τοῦ Πάθους : βρεφοκρατοῦσα, δεξιὰ καὶ ἀριστερά Της παρίστανται οἱ Ἀρχάγγελοι, ὁ Ἰησοῦς στρέφει τὸ κεφάλι Του ἀριστερὰ καὶ ἀτενίζει τὸν Γαβριὴλ ποὺ κρατᾷ Σταυρό, ἐνῶ δεξιὰ ὁ Μιχαὴλ κρατᾷ λόγχη καὶ σπόγγο (τὰ σύμβολα τοῦ Θείου Πάθους).
Κυρὰ τῶν Ἀγγέλων : ἔνθρονος βρεφοκρατοῦσα, μὲ τὸν Ἰησοῦ νὰ βλέπει δεξιά, ἐκατέρωθεν Ἄγγελοι ἐν δεήσει.
Μυρτιδιώτισσα : ἡ Θεοτόκος μέσα σὲ κλαδιὰ ἀπὸ μυρτιές, ὅπως εὑρέθη ἡ εἰκόνα, μὲ τὸν Ἱησοῦ νὰ βλέπει ἀριστερά. Μὲ τὴν πάροδο τῶν ἐτῶν, τὰ πρόσωπα ἀπέκτησαν σκοτεινότερο χρῶμα ἀπ` αὐτὸ ποὺ ἀρχικὰ εἶχαν.
Ῥόδον τὸ Ἀμάραντον : Ἡ Παναγία μὲ στέμμα, κρατάει τὸν Ἱησοῦ ὄρθιον, μὲ χιτῶνα καὶ στέμμα. Ἡ ὀνομασία τῆς εἰκόνας προέρχεται ἀπ` τὴ φράση « Ῥόδον τὸ ἀμάραντον, χαῖρε, ἡ μόνη βλαστήσασα...», τοῦ κανόνα τοῦ Ἀκαθίστου, ὅπου ἀμάραντο ῥόδο νοεῖται ὁ Ἰησοῦς.
Ἡ Παραμυθία ( παρηγοριά ) : ἡ Παναγία ἔχει ἀγκαλιὰ τὸ Βρέφος καὶ κρατάει τὸ χέρι Του ποὺ βρίσκεται πολὺ κοντὰ στὸ στόμα Της, ἔτσι ποὺ νὰ νομίζει κάποιος ὅτι Τὸ φιλάει. Στὴν πραγματικότητα ὁ Ἰησοῦς μὲ τὸ χέρι Του ἐμποδίζει τὴν Μητέρα Του νὰ προειδοποιήσῃ τοὺς μοναχοὺς γιὰ τὴν ἔλευση πειρατῶν, καὶ ἡ Παναγία, μὲ τὴν κίνηση τοῦ χεριοῦ Της, Τὸ ἀπομακρύνει.


 Κουκουζέλισσα : ἡ Παναγία μὲ στέμμα, μοίως καὶ τὸ Βρέφος, ποὺ κρατᾷ σφαῖρα. Εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ μπροστά Της ἔψαλλε μὲ τὴν μοναδικὴ φωνή του ὁ Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης. Ὁ Ἰωάννης ἦταν γιὸς πάμπτωχης χήρας Βουλγαρικῆς καταγωγῆς ποὺ ἔμενε στὸ Δυρράχιο καὶ ὅταν τὸν ρωτοῦσαν τὶ ἔφαγε, ἔλεγε κοῦκον (κουκιὰ) καὶ ζέλια (χόρτα). Ἔτσι ἐπονομάστηκε Κουκουζέλης.
Ἐπακούουσα : Παναγία καὶ Βρέφος κατ’ ἐνώπιον . Ὁ Κοσμᾶς, Βούλγαρος μοναχός, εἶδε κάποτε στὸ Ναὸ τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου γυναῖκα ἐπιβλητικὴ νὰ διευθύνῃ τὰ πάντα, καὶ ὠργίσθη. Ὕστερα ἔμαθε ὅτι ἡ γυναῖκα ἦταν ἡ Βασίλισσα τοῦ Ἁγίου Ὄρους. «Συγχώρεσέ με, Παναγία μου» εἶπε, καὶ ζήτησε τὸ ἑξῆς : «Ὑπεραγία Θεοτόκε, παρακάλεσε τὸν Υἱόν σου νὰ μὲ ὁδηγήσῃ εἰς ὁδὸν σωτηρίας.». «Υἱὲ καὶ Θεέ μου, δίδαξε τὸν δοῦλον σου πῶς νὰ σωθῇ», ἄκουσε ὁ Κοσμᾶς νὰ λέῃ ἡ Παναγία ἀπὸ τὴν εἰκόνα. «Ν` ἀναχωρήσῃ ἀπὸ τὴ Μονὴ καὶ ν` ἀσκηθῇ κατὰ μόνας», ἀπάντησε τὸ Βρέφος.Ἔτσι κ` ἔγινε. Ἐπακούουσα, λοιπόν, γιατὶ ἄκουσε ἀμέσως τὴν παράκληση τοῦ μοναχοῦ.
Γοργοεπήκοος : ἡ Παναγία μὲ στέμμα, κλίνει ἐλαφρῶς τὸ κεφάλι πρὸς τὸ Βρέφος, ποὺ κρατᾷ κλειστὸ εἰλητάριο καὶ εὐλογεῖ. Ἕνας μοναχός, γιὰ μιὰ σοβαρὴ ἀμέλειά του καὶ έπειδὴ ἀγνόησε παρατήρηση ποὺ τοῦ ἔγινε ἀπ`τὴν ἴδια τὴν εἰκόνα, τυφλώθηκε. Τότε ἦλθε εἰς ἑαυτόν, κάθισε μπροστὰ στὴν εἰκόνα καὶ παρακαλοῦσε νυχθημερὸν γιὰ συγχώρεση.Ἡ Παναγία ἄκουσε τὴν προσευχή του, τὸν συγχώρησε καὶ ξαναεῑδε ὅπως πρῶτα, ἐπιπλέον τοῦ εἶπε πὼς γοργῶς θὰ ἐπακούει τὶς παρακλήσεις τῶν ἀδελφῶν τῆς Μονῆς μὰ καὶ κάθε Ὀρθοδόξου. Ἐξ αὐτοῦ καὶ Γοργοεπήκοος ἐκλήθη ἡ εἰκόνα. Ἀς μὴν λαθεύομε λοιπὸν, μπερδεύομε τὴν ἀκοή μὲ τὴν ὑπακοή καὶ καλοῦμε τὴν εἰκόνα ΓΟΡΓΟΫΠΗΚΟΟ.
Τριχεροῦσα : μὲ στέμμα, δεξιοκρατοῦσα, ὁ Ἰησοῦς βλέπει ἀριστερά, κρατᾷ εἰλητάριο καὶ εὐλογεῖ. Τὸ τρίτο χέρι ποὺ φαίνεται στὸ κάτω μέρος τῆς εἰκόνας, εἶναι αὐτὸ ποὺ Τῆς προσέφερε ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς ἀπὸ εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴν ἐπανακόλληση τοῦ δικοῦ του χεριοῦ, ποὺ τοῦ ἔκοψε ὁ ἄρχων τῆς Δαμασκοῦ (ὁ Ἰωάννης διεβλήθη σ` αὐτόν, λόγῳ τῆς δράσεώς του κατὰ τῶν εἰκονομάχων).

 Μεγαλοσπηλιώτισσα : ἡ Παναγία δεξιοκρατοῦσα, μὲ στέμμα ποὺ κρατοῦν Ἄγγελοι, καὶ τὸ Βρέφος εὐλογόν. Ὠνομάστηκε ἔτσι ἀπὸ τὸν τόπο εὑρέσεώς Της, τὸ Μέγα Σπήλαιον, κοντὰ στὰ Καλάβρυτα.
Ἄξιόν ἐστι : ἡ Παναγία μὲ στέμμα καὶ δεξιοκρατοῦσα, τὸ Βρέφος κρατᾷ κλειστὸ εἰλητάριο, μὲ τὸ χέρι Του ἀπομακρυσμένο ἀπ` τὸ σῶμα Του. Σὲ μοναχὸ προσευχόμενο, στὸ Ἅγιο Ὄρος, ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ ἐμφανίστηκε σὰν μοναχὸς καὶ προσευχόταν μαζί του. Ὅταν ἔφθασαν στὸ «Τὴν Τιμιωτέραν», ὁ Ἀρχάγγελος προέταξε τό, ἄγνωστο ὡς τὸτε, «Ἄξιόν ἐστι...» . Ὁ μοναχὸς θαύμασε καὶ παρακάλεσε τὸν νεοφερμένο νὰ τοῦ γράψῃ τὸν ὕμνο, μὰ καθῶς δὲν ὑπῆρχε χαρτὶ οὔτε μελάνι, ὁ ξένος μοναχὸς πῆρε μιὰ πέτρα καὶ ἐκεῖ ἀπάνω τὸν χάραξε μὲ τὸ δάκτυλό του, λέγοντας: «Στὸ ἐξῆς ὅλοι ἔτσι θὰ ψάλλετε» καὶ ἔγινε ἄφαντος. Ἔτσι, λοιπόν, ἔχομε μέχρι σήμερα τὸν ὡραῖο αὐτὸ ὕμνο στὴν Παναγία μας.
Ἐσφαγμένη : ἡ Παναγία μὲ στέμμα καὶ τὸ Βρέφος μὲ κλειστὸ εἰλητάριο. Στὸ πρόσωπο τῆς Παναγιᾶς διακρίνεται τὸ σημάδι ἀπό τὸ χτύπημα τοῦ ἀσεβῆ ἐκκλησιάρχη.
Νὰ ἐπαναλάβω πὼς ὅλες αύτὲς οἱ εἰκόνες, μὲ μικρὲς παραλλαγές, εἶναι στὸν τύπο τῆς βρεφοκρατοῦσας, ὅπως καὶ ἄν κατὰ περίπτωση ὀνομάζονται. Κάτι ἐπὶ πλέον, δὲν εἶναι «Παναγίτσα», ὅπως κάποιοι καθιέρωσαν, μὲ δῆθεν χαιδευτικὸ ὕφος, εἶναι ὑπὲρ πάντας Ἁγία, ΠΑΝΑΓΙΑ, Πάντων Ἄνασσα (=Βασίλισσα), δηλ. ΠΑΝΤΑΝΑΣΣΑ. Ξέρω, ἔτσι τὴν ἀποκαλοῦν καὶ ἱερεῖς ἀλλὰ αὐτὸ τὸ δέχτηκαν ἀπὸ μεγάλη ἀνοχὴ πρὸς τοὺς πιστοὺς Χριστιανοὺς, ὅπως κατ’ οἰκονομία πολλὰ μᾶς συγχωροῦν.