Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

                                  ΙΕΡΑ ΑΜΦΙΑ

Τριάντα Ἰανουαρίου, μεγάλη ἑορτὴ τῶν γραμμάτων καὶ τῆς παιδείας, μιᾶς καὶ τιμοῦμε τοὺς "τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς τρισηλίου Θεότητος".

Στὴν εἰκονογραφία οἱ Ἱεράρχες Βασίλειος ὁ Μέγας, Γρηγόριος ὁ Θεολόγος καὶ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, φέρουν τὴν ἀρχιερατικὴ ἐνδυμασία τῆς ἐποχῆς τους. Μὲ τὴν εὐκαιρία τῆς ἐορτῆς τους, θὰ κάνωμε μιὰ σύντομη ἀναφορὰ στὰ ἄμφια ὅλων τῶν βαθμίδων τῆς ἱερωσύνης. Ἱερὰ ἄμφια (ἐκ τοῦ "ἀμφιέννυμι" = ἐνδύομαι ), εναι οἱ στολὲς ποὺ φοροῦν οἱ κληρικοὶ ὅταν λαμβάνουν μέρος στὶς ἱερές ἀκολουθίες.


 

Ἄμφια κοινὰ στοὺς τρεῖς βαθμοὺς τῆς ἱερωσύνης εἶναι:
1. Στιχάριο: Λευκός, συνήθως, ποδήρης χιτῶνας, μὲ φαρδιὲς χειρῖδες. Τῶν διακόνων ἔχει βραχύτερες χειρῖδες, μπορεῖ, δέ, νὰ εἶναι καὶ ἀλλου χρώματος. Στὸ ἀρχιερατικό, μόνο, στιχάριο ὑπάρχουν δυὸ κατακόρυφες μαῦρες λωρῖδες ποὺ ἐκτείνονται ὡς τὰ πόδια, οἱ λεγόμενοι «ποταμοί», καὶ συμβολίζουν τοὺς “ποταμοὺς τῆς σοφίας”, τὴ διδασκαλία τοῦ Θείου Λόγου. Τὸ λευκό του χρῶμα συμβολίζει τὴν ἁγνότητα καὶ τὸ πνευματικὸ φῶς, ἐνῷ ἂν εἶναι ἐρυθρό, τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ αἷμα Του.
2. Ἐπιμανίκια: Περιτυλίγουν τὰ χέρια άπ΄ τὸν καρπὸ ὡς σχεδὸν τοὺς ἀγκῶνες καὶ συμβολίζουν τὰ δεσμὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

ΑΜΦΙΑ ΔΙΑΚΟΝΟΥ 
 
Ὀράριο: Εἶναι μιὰ πλατειὰ ταινία ποὺ φέρει ὁ διάκονος γύρω ἀπὸ τὸν ἀριστερό του ὦμο, ἐνῷ τὰ ἄκρα της πέφτουν τὸ ἕνα ἐμπρὸς καὶ τὸ ἄλλο πίσω. Συμβολίζει τὰ πτερὰ τῶν Ἀγγέλων, ἤ, κατ΄ ἄλλη ἑρμηνεία, τὸ πίσω ἄκρο τὴν Παλαια Διαθήκη καὶ τὸ μπροστινὸ τὴν Καινή.





ΑΜΦΙΑ ΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ

Ἐπιτραχήλιο (πετραχήλι): Πλατειὰ ταινία ποὺ περιβάλλει τὸν τράχηλο καὶ ἐκτείνεται μπροστὰ ὡς τὰ πόδια. Συμβολίζει τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ ποὺ περιβάλλει τοὺς ἱερεῖς, χωρὶς αὐτὸ δὲν δύνανται νὰ τελέσουν καμιὰ ἀκολουθία. Οἱ κροσσοὶ στὸ κάτω ἄκρο του συμβολίζουν τὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων τοῦ ποιμνίου του γιὰ τὸ ὁποῖο ὁ ἱερέας φέρει εὐθύνη καὶ θὰ δώσῃ λόγο κατὰ τὴ Δευτέρα Παρουσία.

Ζώνη: περιβάλλει τὴ μέση τοῦ ἱερέως καὶ συμβολίζει τὴν ἐγκράτεια, τὴ δύναμη καὶ τὴν ἑτοιμότητα στὸν ἀγῶνα κατὰ τῶν ἐχθρῶν τῆς πίστης.

Φαιλόνιο: χιτῶνας κωνόσχημος, τὸ ἐξώτερο καὶ τελευταῖο ἄμφιο ποὺ φορᾷ ὁ ἱερέας. Εἶναι κοντύτερο στὸ μπροστινὸ μέρος, δὲν ἔχει χειρίδες καὶ διακρίνονται δύο τύποι του, ὁ ἑλληνικός, κατὰ τὸν ὁποῖο ἐφαρμόζει στοὺς ὤμους, καὶ ὁ ῥωσικός, στὸν ὁποῖο τὸ πίσω μέρος τοῦ ἀνοίγματος γιὰ τὸν λαιμὸ σηκώνεται καὶ καλύπτει τὸν τράχηλο καὶ μέρος τῆς κεφαλῆς. Συμβολίζει τὸν ἄῤῥαφο χιτῶνα του Ἰησοῦ καὶ τὴν ἑνότητα τῆς ἐπίγειας ἐκκλησίας. Κατὰ τὰ πρῶτα χριστιανικὰ χρόνια τὸ φοροῦσε καὶ ὁ ἐπίσκοπος, τότε τὸ φαιλόνιο ἔφερε παντοῦ πάνω του Σταυροὺς καὶ λεγόταν πολυσταύριο φαιλόνιο. Ἄν ἔχει λευκὸ χρῶμα, συμβολίζεται ἔτσι ἡ θεία χάρις, ἄν ἐρυθρό, ἡ χλαμύδα τοῦ ἐμπαιγμοῦ τοῦ Χριστοῦ.





Ἐπιγονάτιο: ὕφασμα σὲ σχῆμα ῥόμβου, ποὺ κρέμεται ἀπὸ τὴ ζώνη, πάνω ἀπὸ τὸ δεξὶ πόδι. Ἀποτελεῖ ἔνδειξη ἐκλησιαστικοῦ ἀξιώματος, τὸ φέρουν π.χ. ἀρχιμανδρῖτες, πρωτοπρεσβύτεροι, οἰκονόμοι κ. λπ., καὶ ὅσοι ἔχουν τὴν ἄδεια να ἐξομολογοῦν. Συμβολίζει τὸ «λέντιο», τὴ λινὴ πετσέτα μὲ τὴν ὁποία ὁ Ἰησοῦς σκούπισε τὰ πόδια τῶν μαθητῶν Του, ἀφοῦ τὰ ἔπλυνε, στὸν Μυστικὸ Δεῖπνο. Ἐπίσης, λόγῳ τῆς θέσης καὶ τοῦ σχήματός του, ποὺ μοιάζει μὲ ξίφος, συμβολίζει καὶ τὴν πνευματικὴ μάχαιρα, τὸ ὄπλο μὲ τὸ ὁποῖο ὁ ἱερέας ὑπερασπίζεται τὴν ἐκκλησία.

ΑΜΦΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥ

Ὁ Ἐπίσκοπος φέρει ἐκτὸς ἀπὸ τὸ στιχάριο, τὰ ἐπιμανίκια, τὴ ζώνη καὶ τὸ ἐπιγονάτιο, καὶ τὰ ἑξῆς:
1. Σάκκο ἤ Δαλματική : κοντὸς χιτῶνας μὲ βραχεῖες χειρῖδες καὶ στὶς ῥαφές πλάι, φέρει κουδουνάκια ἢ ταινίες. Συμβολίζει τὴ χλαῖνα μὲ τὴν ὁποία ἐνέδυσαν τὸν Ἰησοῦ γιὰ νὰ Τὸν ἐμπαίξουν.

2. Ὠμοφόριο : Φέρεται πάνω ἀπὸ τὸ σάκκο, στούς ὤμους καὶ συμβολίζει τὸ χαμένο πρόβατο, ποὺ ἀναζήτησε καὶ ἐπανέφερε ὁ Ἰησοῦς στοὺς ὤμους Του, ὡς καλὸς ποιμένας.




3.Μανδύα : Μακρὺ ἔνδυμα βαθυκύανο ἢ ἰῶδες, δένεται ἀπὸ τὸ λαιμὸ καὶ τὴν ἄκρη κρατάει συνήθως ὁ διάκονος. Τὸ φορᾷ ὁ ἀρχιερέας ὅταν δὲν ἔχει ἐνδυθῆ τὴν ἀρχιερατικὴ στολή, κατὰ τὴ Θεία Λειτουργία, σὲ μεγάλους ἑσπερινούς καὶ ἄλλες ἀκολουθίες.

4.Μίτρα : Ἐπίσημο κάλυμμα τῆς κεφαλῆς, τὸ φέρει ὅταν ἱερουργῇ ὁ ἀρχιερέας. Μοιάζει μὲ αὐτοκρατορικὸ στέμμα καὶ στὴν κορυφὴ φέρει Σταυρό.

5.Ἐγκόλπιο : Κόσμημα μὲ τὴν είκόνα τοῦ Χριστοῦ ἥ τῆς Θεοτόκου, σύμφωνα μὲ τὴ συνήθεια τῶν Χριστιανῶν νὰ φέρουν στὸ στῆθος τους Σταυρό. Φέρεται καὶ ἐκτὸς ἀκολουθιῶν, συμβολίζει τὴν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς καὶ ἀποτελεῖ ὁμολογία πίστεως.

6.Ποιμαντορικὴ ῥάβδο : Δεῖγμα τῆς πνευματικῆς ἐξουσίας ἀλλά καὶ ὑποχρέωσης τοῦ ἀρχιερέως νὰ ποιμάνῃ καὶ νὰ ἐλέγχῃ τὸ λαὸ τοῦ Κυρίου. Στὴν κορυφὴ φέρει μικρὸ Σταυρὸ ἀνάμεσα σὲ δύο φίδια, τὰ ὁποῖα συμβολίζουν τοὺς ὀρατοὺς καὶ ἀοράτους ἐχθροὺς τῆς ἐκκλησίας ποὺ ὁ Σαυρὸς νικᾷ, ἤ, κατ΄ ἄλλες ἑρμηνεῖες, ὑπενθυμίζουν τὸν χάλκινο ὄφη ποὺ ὁ Μωυσῆς ὕψωσε στὴν ἔρημο, ἢ δηλώνουν τὴ φρόνηση ἡ ὁποία πρέπει νὰ διακρίνῃ τοὺς ἀρχιερεῖς.




7. Σταυρό : Κρέμεται ἀπὸ τὸ λαιμὸ καὶ συμβολίζει τὴν αὐταπάρνηση καὶ αὐτοθυσία. Ἐπίσης φέρεται ἀπὸ ἀξιωματούχους ἱερεῖς.

8.Ἐπανωκαλύμαυκο ἤ Ἐπιῤῥιπτάριο : Μαῦρο ὕφασμα ποὺ φοριέται πάνω ἀπὸ τὸ καλυμμαύκι. Τὸ φοροῦν ἐπίσης οἱ Ἱερομόναχοι καὶ οἱ μοναχοὶ καὶ συμβολίζει τὴν ἀπάρνηση τῶν ἐγκοσμίων. Δὲν τὸ φοροῦν οἱ ἔγγαμοι ἱερεῖς, ἐκτὸς ἄν ὁ Πατριάρχης τοὺς τὸ ἀπονείμει γιὰ προσφορὰ ἐξαιρετικῶν ἐκκλησιαστικῶν ὑπηρεσιῶν.

Στέμμα, σάκκο καὶ σκῆπτρο ἔφερε ὁ Αὐτοκράτορας . Ὁ σάκκος, ἡ μίτρα καὶ ἡ ποιμαντορικὴ ῥάβδος (πατερίτσα) ἐμφανίζονται ὡς διακριτικὰ τοῦ ἀρχιερέως μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Πόλης, γιὰ νὰ καταδειχθῇ ὅτι ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, καὶ κατ΄ ἐπέκτασιν ὅλοι οἱ ἀρχιερεῖς, τρόπον τινὰ ἀντικαθιστοῦν τὴν ἐξουσία τοῦ Αὐτοκράτορα, παίρνουν συμβολικὰ τὴ θέση του γιὰ τοὺς ὑπόδουλους στοὺς Τούρκους λαούς. Στοὺς πρὸ ἁλώσεως χρόνους οἱ ἀρχιερεῖς δὲν ἔφεραν σάκκο, μίτρα καὶ πατερίτσα, ἑπομένως εἶναι λανθασμένη ἡ ἀπεικόνιση Ἁγίων ἱεραρχῶν ποὺ ἔζησαν πρὸ τοῦ 15ου αἰ. μὲ αὐτὰ τὰ σύμβολα. Κάποτε ἴσως βροῦμε τὸν Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, σπανιώτερα καὶ τὸν Γρηγόριο τὸν Θεολόγο, μὲ σάκκο, ἀκόμα καὶ μὲ πατερίτσες καὶ μίτρες, ὄχι ὅμως δεκτὲς αὐτὲς οἱ ἀπεικονίσεις, διότι τὴν ἐποχὴ τῶν τριῶν αὐτῶν Ἱεραρχῶν δὲν τοὺς εἶχαν παραχωρηθῆ. Γι᾿ αὐτὸ ἀναφέρω πολλές φορές, δίνομε μεγάλη προσοχὴ στὴν είκόνα ποὺ θέλομε νὰ ἁγιογραφήσωμε ἢ νὰ ἀγοράσωμε.




Τετάρτη 24 Ιανουαρίου 2018

Ὁ καλλιτέχνης ξυλογλύπτης Βασίλειος Νᾶνος μᾶς φιλοξένησε στὸ ἐργαστήριό του καὶ μᾶς μίλησε γιὰ τὴν τέχνη του. Παραθέτομε ὅσα μᾶς εἶπε, σὲ δύο ἀποσπάσματα.

Β΄ μέρος

Σχολὲς ὑψηλοῦ ἐπιπέδου ἔπαψαν νὰ ὑπάρχουν. Τοῦ Γεωργίου Σταύρου, στὰ Ἰωάννινα, ἦταν ὀρφανοτροφεῖο καὶ τεχνικὴ σχολή, ἡ καλύτερη γιὰ τὴν ξυλογλυπτική. Δίδασκε ἐκεῖ ὁ Γεώργιος Σταυρόπουλος, ἀλλὰ τὸν ἔδιωξαν τὸ 1960, ἐπειδὴ δὲν ἦταν καθηγητῆς τῆς Ἀνωτάτης Σχολῆς Καλῶν Τεχνῶν. Μετὰ ἡ σχολὴ παρήκμασε, ὥσπου ἔκλεισε. Ὅπως ἔκλεισαν καὶ οἱ σχολὲς τῆς Καλαμπάκας καὶ τοῦ Βαλτεσινίκου.

Σήμερα ἡ κατάσταση στὴ διδασκαλία εἶναι ἀσαφῆς καὶ εἰς βάρος τῆς ποιότητας καὶ τῆς συνέχισης τῆς τέχνης. Γιὰ παράδειγμα, οἱ ξυλογλύπτες δὲν γίνονται δεκτοὶ στὸ καλλιτεχνικὸ Ἐπιμελητήριο. Σὲ κάποιες περιπτώσεις, ἂν τὸ σχέδιο δὲν ἦταν ὑπογεγραμμένο ἀπὸ καθηγητὴ τῆς ΑΣΚΤ, δὲν ἐνεκρίνετο. Σὲ ΙΕΚ ὑπῆρχε ἡ ὑποδομή, ἀλλὰ βάσει τοῦ προγράμματος σπουδῶν ἡ διδασκαλία θὰ γινόταν μία διδακτικὴ ὥρα τὴν ἡμέρα, κάθε ἡμέρα, χρονικὸ διάστημα ἐλάχιστο. Ἂν ὁ δάσκαλος εἶναι ἐμπειροτέχνης, δὲν ἔχει δικαίωμα νὰ ὑπογράψῃ πτυχίο. Σὲ ἄλλη σχολή, ὁπου ὁ ὑπάρχων δάσκαλος θὰ ἔβγαινε στὴ σύνταξη, προτιμήθηκε ἐπιπλοποιὸς ὡς ἀντικαταστάτης.
                         

Ἐκεῖνοι ποὺ γνωρίζουν σφαιρικὰ τὴν ξυλογλυπτική, εἶναι πολὺ λίγοι, λιγότεροι τῶν εἴκοσι σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα. Γιατί, ἀπ’ ὅσους δουλεύουν σ’ ἕνα ἐργαστήριο, ἕνας κατασκευάζει τὸ μοντέλο, δὲ γνωρίζουν ὅλοι. Ἀλλὰ καὶ στοὺς κατέχοντες τὴν τέχνη δὲ δίνονται δουλειές, εἶναι τυποποιημένες καὶ γίνονται μὲ παντογράφο. Πάντως, παρὰ τὶς δυσκολίες ὁ τεχνίτης δὲν “ ξεμένει” , ὁ ἴδιος ἀπὸ τὸ 1960 ἐργάζεται καὶ καταφέρνει πάντα νὰ μὴ μένει χωρὶς μεροκάματο.

Ἐπίπονη ἐργασία, θέλει δύναμη καὶ ἀντοχή. Γιὰ νὰ βγῇ ποιότητα, ἀρχίζει ὁ ξυλογλύπτης πρωὶ καὶ τελειώνει τὸ βράδυ. Πρέπει νὰ τὸ δῇ τὸ ἔργο στὸ μυαλό του, μόνο τότε ξέρει τί θὰ φτιάξῃ, ἀλλιῶς δὲ θ’ ἀρέσῃ οὔτε στὸν ἴδιο. Παλιὰ γνώριζε καὶ ὀ πελάτης, τώρα ὄχι. Σήμερα ἐπικρατεῖ ὁ τρόπος σκέψης: “κάνε τό μου καλό, πληρώνω”. Ἀλλὰ δὲ γίνονται ἔτσι οἱ δουλειές. Ὁ τεχνίτης δὲν εἶναι ἔμπορος. Ἐκτὸς τῶν χρημάτων, ἀπαιτεῖται χρόνος καὶ ἔμπνευση.


Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, Β’ μέρος

Πῶς ἀπεικονίζομε τὸν Ἅγιο καὶ τί σημαίνει τὸ κάθε ἐπιμέρους στοιχεῖο: 

Τὰ μαλλιά, εἶναι μὲν ἀφρόντιστα ἀλλὰ ὄχι ἄγρια καὶ φοβιστικά, ὅπως γίνονται κάποτε. Δηλώνεται ἔτσι ἡ ἀνεπιτήδευτη ζωὴ τοῦ Ἁγίου καὶ ἡ ἀμεριμνησία του γιὰ τὰ ἐγκόσμια.

Τὸ σῶμα λεπτὸ καὶ μελαχροινό, ντυμένο μὲ ροῦχο ἀπὸ τρίχωμα καμήλας. Ὁ Ἅγιος ζοῦσε μὲ λίγη καὶ ἁπλὴ τροφή καὶ φοροῦσε τρίχινο ἔνδυμα, κατὰ τὶς μαρτυρίες τῶν Εὐαγγελίων γι’ αὐτόν.Ἐπίσης, νὰ ξεκαθαρίσῃ καὶ ἡ ἑρμηνεία γιὰ τὴν τροφή του: “ἐτρέφετο μὲ μέλι καὶ ἀκρίδες” ναί, μέλι, ποὺ βρισκόταν στὰ διάφορα δένδρα τῆς περιοχῆς, καὶ τὶς δροσερὲς ἀκροῦλες τῶν φυτῶν, ὄχι τὰ ἔντομα. Νὰ σταματήσῃ αὐτὴ ἡ παρεξήγηση ποὺ διαιωνίζεται, ὅσο οἱ ἁρμόδιοι ἢ δῆθεν ἁρμόδιοι ἀπαξιοῦν νὰ κάνουν τὴ σωστὴ ἐνημέρωση.




 
Φτερά, διότι σύμφωνα μὲ τὴ ῥήση τοῦ προφήτου Μαλαχίου: “ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω τὸν Ἄγγελόν μου πρὸ προσώπου σου, ὃς κατασκευάσει τὴν ὁδόν σου ἔμπροσθέν σου”, ὁ Πρόδρομος λογίζεται ὡς Ἄγγελος. Ὄχι ὡς ἀνήκων στὶς Οὐράνιες Ἀσώματες Δυνάμεις, ἀλλὰ ὡς ἀπεσταλμένος νὰ προαναγγείλῃ τὸν Σωτῆρα.

Σταυρό, Πρόδρομος τοῦ Ἱησοῦ καὶ προφήτης, ἄρα γνώριζε γιὰ τὸν Σταυρό.

Ἡ διδασκαλία του στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου, ἐξ οὗ τὸ τοπίο ποὺ εἰκονίζεται εἶναι ἐρημικὸ μὲ ἀποῤῥῶγες βράχους, ἐνῷ κάποτε ζωγραφίζεται καὶ ὁ ποταμός.

Κορμὸς δένδρου κομμένος ἢ δενδρύλλιο, μὲ ἀξίνη πάνω του, κατὰ τὸ κήρυγμα τοῦ Προδρόμου “ ... ἡ ἀξίνη πρὸς τὴν ῥίζαν τῶν δένδρων κεῖται· πᾶν οὖν δένδρον μὴ ποιοῦν καρπὸν καλὸν ἐκκόπτεται καὶ εἰς πῦρ βάλλεται ...”.

  
Σπανιώτατα, μιὰ τρυγόνα, ὡς σύμβολο τοῦ Βαπτιστοῦ, κατὰ τὸ στιχηρὸ προσόμοιο τροπάριο ἀπὸ τὸν Μικρὸ Ἑσπερινὸ τοῦ Γενεθλίου του (24 Ἰουνίου) : “...τρυγὼν ἡ φιλέρημος σαφῶς ἐπέφανε, τὸ θεῖον ἔαρ μηνύουσα, δι’ οὗ ἐπαύθη τῆς ἀθεΐας χειμὼν βαρύτατος...”.

Στὸ ἀριστερὸ χέρι κρατεῖ πάπυρο μὲ τὴν ἐπιγραφή: “ Ὁρᾶς οἷα πάσχουσιν, ῶ Θεοῦ Λόγε, οἱ πταισμάτων ἔλεγχοι τῶν βδελυκτέων. Ἔλεγχον καὶ γὰρ μὴ φέρων ὁ Ἡρῶδης, τέτμηκεν, ἰδοῦ, τὴν ἕμὴν κάραν, Σῶτερ”. Πινάκιο μὲ τὴν ἀποτετμημένη κεφαλή του εἰκονίζεται στὸ κάτω μέρος τῆς συνθέσεως, ὡς ὑπόμνηση τοῦ τέλους του.
                                                 

Σὲ λιγώτερες ἀπεικονίσεις, ὅταν δὲν εἶναι στραμμένος πρὸς τὸν Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος ἀποδίδεται στὴν ἄνω γωνία, σὲ μικρότερη κλίμακα ἢ ἁπλῶς μὲ εὐλογοῦσα χεῖρα, μέσα σὲ δόξα, ὁ Πρόδρομος κρατεῖ τὴν ἐπιγεγραμμένη φράση τοῦ κηρύγματός του: “Μετανοεῖτε, ἤγκικε γὰρ ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν”.

Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, Α’ μέρος


Εἰκόνα πρόκληση γιὰ κάθε Ἁγιογράφο, ἴσως ἡ δυσκολώτερη. Ἔχεις νὰ ἐργαστῇς φτερά, δύσκολο καὶ λεπτὸ ἔργο. Τὰ μαλλιά, ἀπὸ μόνο του εἶναι θέμα πολὺ ἀπαιτητικό, ἀκόμα περισσότερο ἐδῶ, ποὺ πρέπει νὰ φανῇ ἡ ἀφροντισιὰ καὶ ἀνεμελιὰ τῆς φύσης ἀλλὰ ὄχι κι’ αὐτὸ τὸ ἄγριο ἀνακάτεμα ποὺ γίνεται πολλές φορές. Εἶναι σαρκώματα, τὸ σῶμα θὰ γίνῃ ὀστεώδες καὶ ὄχι τετράπαχο καὶ ῥοδαλό, ὅπως παρουσιάζεται κάποτε. Ἐπιπλέον ἡ φύση, ὁ ποταμός, τὰ ροῦχα. Ἡ σύνθεση σὲ προκαλεῖ νὰ ἐργαστῇς, σὲ συναρπάζει, ἀλλὰ δὲν θέλει καὶ πολὺ νὰ σὲ βγάλῃ ἐκτός. Γνώση, ἄσκηση καὶ ὑπομονὴ ἀπαιτεῖται, γιὰ νὰ γίνῃ ὁ Ἅγιος ὅπως πρέπει.

(Ἐδῶ θὰ ξεφύγω λίγο τῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ ἔργου καὶ θὰ ἀναφέρω ἕνα παλαιότερο περιστατικό: ξεκινούσαμε νέο τμῆμα Ἁγιογραφίας, πρώτη ἡμέρα μὲ γνωριμία, συζητήσεις, ἐνημερώσεις γιὰ τὰ ὑλικὰ ποὺ μᾶς χρειάζονται ἀρχικά, ὅλα καλὰ. Τὰ μαθήματα γίνονταν μιὰ φορὰ τὴν ἑβδομάδα, ὄχι σὲ ἐργαστήρι (ὅπου οἱ μαθητὲς θὰ δέχονταν πολὺ περισσότερα ἐρεθίσματα, παρατηρῶντας καὶ ἄλλα ἔργα) ἀλλὰ σὲ ἁπλὴ αἴθουσα, καὶ ἦταν τρίωρα.


Στὴν δεύτερη συνάντηση, ποὺ θὰ ξεκινούσαμε σχέδιο μὲ μολύβι, ἦρθε ἕνας μαθητὴς μ’ ἔνα ντοσιὲ γεμάτο φωτοτυπίες εἰκόνων, πινέλλα ζωγραφικῆς, ἕνα ξύλο ἀστοκάριστο καὶ μοῦ ἀνακοίνωσε μὲ ὕφος βαρύγδουπο: “ Ἐγὼ σήμερα θὰ φτιάσω τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο. ”. Καλά, τοῦ ἀπάντησα, βγάλε τώρα μπλὸκ καὶ μολύβι, καὶ θὰ δοῦμε κι’ αὐτὸ ποὺ λές. Πέρασε ἕνας χρόνος ἄσκησης, δύο χρόνια, τρία, ρωτάω τὸν ἀναφερόμενο ἀνωτέρω μαθητή: “Τί λές, Βασίλη, νὰ φτιάσωμε τὸν Ἅη Γιάννη;” “ Ἴσως, σὲ ἄλλα τρία χρόνια”, μοῦ ἀπαντάει γελῶντας. Εἶχε πλέον καταλάβει τί ἐστι ἔργο Ἁγιογραφίας καὶ μάλιστα τὸ συγκεκριμένο θέμα.)

ἀκολουθεῖ Β’ μέρος

Σάββατο 6 Ιανουαρίου 2018

Τὰ Ἅγια Θεοφάνεια, 6 Ἰανουαρίου

Θεοφάνεια ἢ Ἐπιφάνεια εἶναι μιὰ ἀρχαιοτάτη καὶ ἡ πρώτη ἀμιγῶς χριστιανικὴ ἑορτή, ἀφοῦ τὸ Πάσχα ἐν μέρει ἔχει καὶ ἰουδαϊκὴ καταγωγή. Σημαίνει τὴν ἐμφάνιση στὸν κόσμο τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ ἀρχικὰ ἦταν συνδεδεμένη μὲ τὰ Χριστούγεννα. Ἀπὸ τὸν 4ο αἰ. χωρίζονται οἱ ἑορτασμοί, καὶ τὰ Θεοφάνεια πλέον θεωροῦνται ὡς ἡ ἐπέτειος τοῦ βαπτίσματος τοῦ Ἰησοῦ στὸν ποταμὸ Ἰορδάνη καὶ τῆς δημοσίας ἐμφανίσεώς Του.

Στὴν εἰκόνα τῆς Βαπτίσεως, δεσπόζει ἡ μορφὴ τοῦ Χριστοῦ. Τοποθετημένος στὸ κέντρο τῆς συνθέσεως, βρίσκεται μέσα στὸν ποταμό, μὲ στάση κατὰ μέτωπον πρὸς τὸν θεατή, ἤ, πολὺ σπάνια, στρεφόμενος πρὸς τὸν Πρόδρομο. Σὲ παλαιότερες ἀποδόσεις γυμνός, σὲ μεταγενέστερες ζωσμένος περὶ τὴν ὀσφὺν μὲ λευκὸ ὕφασμα. Ἐπίσης στὶς παλαιότερες παραστάσεις ἀποδίδεται πολὺ ἔντονα ἡ κατάδυσή Του στὸ νερό, ὥστε φαίνεται βυθισμένος, άκόμα καὶ ὡς τὸν λαιμό.

 

Στὸ ἄνω μέρος, ἀκριβῶς στὸ κέντρο, μὲ δόξα σὲ σχῆμα τόξου κύκλου ἢ ἀκτινωτή, ἢ μὲ χέρι ποὺ εὐλογεῖ, ἢ μὲ συνδυασμό τους, ὑποδηλώνεται ὁ Θεὸς Πατήρ, ποὺ προσεφώνησε τὸν Ἰησοῦ “ἀγαπητὸν Ὑιόν” Του. Ἀπὸ ἐκεῖ ξεκινᾷ δέσμη ἀκτίνων, συνήθως ἀνοικτοῦ κυανοῦ χρώματος, ποὺ καταλήγει στὴν κεφαλὴ τοῦ Χριστοῦ, πάνω ἀπὸ τὴν ὁποία φαίνεται ἡ Περιστερά, ὁ Παράκλητος ποὺ μὲ τὴν ἐμφάνισή Του δείχνει γιὰ ποιόν ἀκούστηκε ἡ φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό.


Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης, συνήθως στὴν ἀριστερὰ ὄχθη τοῦ Ἰορδάνου, τείνει τὸ δεξὶ χέρι του πρὸς τὴν κορυφὴ τῆς κεφαλῆς τοῦ Ἰησοῦ. Εἶναι ὁλότελα ἀποῤὁφημένος ἀπὸ τὸ γεγονός, γι’ αὐτὸ συχνὰ ἐμφανίζεται ἐν κατατομῇ, προσβλέποντας τὸν Χριστὸ ἢ τὴν Περιστερὰ ποὺ κατεβαίνει. Ἡ ἐνδυμασία του, ἀρχικά, εἶναι ἀρχαιοελληνική, ἀνοικτόχρωμος χιτῶνας ἐσωτερικὰ μὲ “σημεῖον” καὶ ἐξωτερικὰ ἱμάτιο κυανοπράσινο. Σὲ μεταγενέστερες εἰκόνες φορᾷ ἔνδυμα ἀπὸ τρίχες ἢ προβιὰ καμήλας.



Στὴν ἀπέναντι τοῦ Ἰωάννου ὄχθη, Ἄγγελοι παραστέκουν, σκυμμένοι ἐλαφρά, μὲ σκεπασμένα τὰ χέρια τους ἄλλοτε μὲ τμῆμα τοῦ ἐνδύματός τους, ἄλλοτε μὲ ξεχωριστὸ ὕφασμα.


Μέσα στὸ νερὸ κάποτε εἰκονίζονται ἰχθύες καὶ κάποιες ἄλλες μορφές, χωρὶς ν’ ἀποκλείεται νὰ λείπουν τελείως. Ὅταν ὑπάρχουν, μιὰ γυναικεία καὶ μιὰ ἀνδρική, συμβολίζουν, κατὰ τὰ ἑλληνιστικὰ ζωγραφικὰ πρότυπα, τὴν θάλασσα καὶ τὸν Ἰορδάνη, ποὺ σύμφωνα καὶ μὲ ἕναν ὕμνο τῆς ἑορτῆς, ἡ μὲν θάλασσα “ἔφυγεν”, ὁ δὲ Ἰορδάνης “ἐστράφη εἰς τὰ ὀπίσω”, ἀπὸ τὴν κατάπληξή τους για τὸ θαῦμα ποὺ συνέβη.


Τὸ τοπίο εἶναι βραχῶδες καὶ ξηρό, δηλώνοντας τὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνου. Κάποτε, στὴ ῥίζα ἑνὸς μικροῦ δένδρου φαίνεται μιὰ ἀξίνα, ποὺ ὁ Βαπτιστῆς ἔχει ἀναφέρει σὲ λόγο του, ὥς σύμβολο τῆς ἐπικειμένης πνευματικῆς ἐκκαθάρισης.


Σπάνια, πιὸ πέρα απὸ τὸν Πρόδρομο παρίστανται καὶ δύο ἄνδρες, πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο Ἀνδρέα καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Θεολόγο, οἱ ὁποῖοι, πρὸ τοῦ γίνουν Ἀπόστολοι ἦταν μαθητὲς τὸυ Ἁγίου Ἰωάννου τοὺ Βαπτιστοῦ.


 
Ἡ εἰκόνα ἀποτυπώνει, μαζὶ μὲ τὸ γεγονὸς τῆς Βαπτίσεως τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τὴν φανέρωση τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ συντελέστηκε τότε.

Πέμπτη 4 Ιανουαρίου 2018

Ὁ  καλλιτέχνης  ξυλογλύπτης Βασίλειος Νᾶνος μᾶς φιλοξένησε στὸ ἐργαστήριό του καὶ μᾶς μίλησε γιὰ τὴν τέχνη του. Παραθέτομε ὅσα μᾶς εἶπε, σὲ δύο ἀποσπάσματα.

α΄ μέρος

Ἡ Ξυλογλυπτικὴ διακρίνεται σέ: α΄) λαϊκὴ ἢ ποιμενική, μὲ ἔργα της κυρίως ἀντικείμενα καθημερινῆς χρήσης, π.χ. ῥόκες, γκλίτσες, κουτάλια, κασέλλες, κούνιες καὶ ἄλλα μικρὰ ἢ μεγαλύτερα ἔπιπλα, τὰ ὁποῖα στόλιζε ἡ ζωντανὴ φιλοκαλία τῶν τεχνιτῶν, β΄) ἐκκλησιαστική, ποὺ ἀναπτύχθηκε κατὰ τὴ βυζαντινὴ περίοδο, ἀλλὰ ἐξακολουθεῖ νὰ ὀμορφαίνει λειτουργικὰ ἀντικείμενα καὶ ἔπιπλα λατρευτικῆς χρήσης (εἰκονοστάσια, προσκυνητάρια, Σταυρούς, Ἁγ. Τράπεζες, ἄμβωνες, στασίδια κ. ἄ.) καὶ γ΄) ἀστική, μὲ ἔπιπλα καὶ κομψοτεχνήματα γιὰ κατοικίες εὐπόρων οἰκογενειῶν. Βέβαια στὴν Ἑλλάδα ὑπάρχει περισσότερη ἐξοικείωση μὲ τὸ ὕφος ἕνὸς στασιδιοῦ ἢ μιᾶς σαρμανίτσας, παρὰ μὲ τῶν ἐπίπλων τύπου Λουδοβίκου 15ου.

                                    

Ἡ κορωνίδα τῶν πρώτων ὑλῶν γιὰ τὴν ἑλληνικὴ καὶ τῆς εὐρύτερης περιοχῆς ξυλογλυπτική, εἶναι ἡ καρυδιά. Δίνει ξῦλο σταθερό, ἀνθεκτικό, μὲ ὄμορφα νερά. Τὸ φλαμοῦρι δίνει τὸ πιὸ μαλακὸ καὶ εὐκατέργαστο ξύλο. Πάντως ὅλα τὰ ξῦλα σκαλίζονται. Γιὰ προστασία τῶν ἔργων, πρὸ τῆς κατεργασίας ὁ τεχνίτης ἀλείφει τὰ ξῦλα μὲ πετρέλαιο, ποὺ εἶναι ἀπολυμαντικὸ καὶ μαλακτικό. Ἕνα ἑξάμηνο μετά, ἀπλώνει παραφινέλαιο. Ὅταν πλέον παραδοθῇ τὸ ἔργο, ἡ ἀπομάκρυνση τῆς σκόνης καὶ τὸ περιστασιακὸ κέρωμα ἀρκοῦν γιὰ τὴν καλὴ διατήρησή του.

Στὸ τεχνικὸ σκέλος, τὸ “ὀπλοστάσιο” τῶν ξυλογλυπτῶν ἀριθμεῖ πάνω ἀπὸ 180 ἐργαλεῖα, μὲ συχνότερης χρήσης περὶ τὰ 80. Παλαιότερα τὰ ἔφτιαχναν οἱ ἴδιοι, σὲ συνεργασία μὲ σιδερᾶδες. Περιλαμβάνονται σκαρπέλα μὲ ὅλες τὶς κλίσεις (κλίση εἶναι ἡ “κοιλίτσα” τους) καὶ τὶς γωνίες, ἀκόνι καὶ πέτρα λαδιοῦ γιὰ τὸ τρόχισμα. Ἡ σύνδεση τῶν μερῶν γίνεται μὲ κόλλα ἢ καὶ μόρσο-ἐγκοπὴ γιὰ τὰ ἔπιπλα ἢ μεγάλες παραγγελίες.